<h2>Καλωσήρθατε στην Anemoesa</h2><p>Στις ενοικιαζόμενες μεζονέτες μας Anemoesa που βρίσκονται στην Κάρυστο, μπορείτε να απολαύσετε ξεκούραστες και οικονομικές διακοπές...</p><div class='bgslideshowmore'><a href='http://www.karistos-anemoessa.4ty.gr/more.php?l=el' >Περισσότερα...</a></div> <h2>Απολαύστε τις διακοπές σας με κάθε άνεση!</h2><p>Στις ενοικιαζόμενες μεζονέτες μας Anemoesa που βρίσκονται στην Κάρυστο, μπορείτε να απολαύσετε ξεκούραστες και οικονομικές διακοπές...</p><div class='bgslideshowmore'><a href='http://www.karistos-anemoessa.4ty.gr/more.php?l=el' >Περισσότερα...</a></div> <h2>Κάρυστος</h2><p>Η παραλία Αγία Παρασκευή στη Νότια Εύβοια απέχει μόλις 10 λεπτά από την Κάρυστο. Στο κέντρο της παραλίας βρίσκεται μία καντίνα που φτιάχνει δροσερά καφεδάκια, τόστ, χυμούς, μπύρες και πολλά ακόμη...</p><div class='bgslideshowmore'><a href='http://www.karistos-anemoessa.4ty.gr/more3.php?l=el' >Περισσότερα...</a></div>
Previous Next
ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ

 
Δρακόσπιτο Όχης
Αξιοθέατα Κάρυστος
 
 
Είκοσι λεπτά περιπάτου χωρίζουν το δημοτικό σχολείο Καλυβιών από τη σπηλιά της Αγίας Τριάδας.
 
Μέσα από τα πλατάνια του παραποτάμιου δάσους ξεπροβάλλει το εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας με την ομώνυμη πηγή.
 
Ένα μονοπάτι οδηγεί στην είσοδο της σπηλιάς και από εκεί με ειδικό εξοπλισμό αρχίζει η περιπέτεια της εξερεύνησης.
 
Είναι το μεγαλύτερο σπήλαιο της νότιας Εύβοιας με εξερευνημένο μήκος 2.400 μέτρα. το σπήλαιο είναι γνωστό από τους αρχαίους χρόνους, εξερευνήθηκε για πρώτη φορά το 1932 από την ομάδα Υπαίθρια Ζωή.
 
Ένας από τους πιο γνωστούς εξερευνητές του σπηλαίου ήταν ο ορειβάτης – σπηλαιοδύτης Βαγγέλης Βούρτσης.
 
Έως εκεί που έχει γίνει η εξερεύνησή του χωρίζεται σε τέσσερα τμήματα. Σε 420 μέτρα βάθος είναι το πρώτο τμήμα, και μετά από άλλα 150 μέτρα υπάρχει αίθουσα στην οποία υπάρχει καταρράκτης νερού ύψους 30 μέτρων.
 
Κανείς δεν γνωρίζει που τελειώνει η σπηλιά της Αγίας Τριάδας. Κάποια ομάδα θαρραλέων σπηλαιοδυτών ας ελπίσουμε ότι κάποτε θα λύσει αυτό το μυστήριο.
 
 

 

 
Κύλινδροι
Αξιοθέατα Κάρυστος
 
 
Πάνω από την πόλη της Καρύστου, στη νότια Εύβοια, σε πλαγιά του όρους Όχη, βρίσκονται οι Κολώνες ή Κύλινδροι. Πρόκειται για το μοναδικό αρχαίο ρωμαϊκό λατομείο το οποίο σώζεται στη περιοχή, στο οποίο υπάρχουν ορισμένοι ημιτελείς κίονες.
 
Κατά την αρχαιότητα η περιοχή ήταν γνωστή για τα ορυχεία της, τα οποία έβγαζαν την περίφημη πέτρα της Καρύστου καθώς και για την κατασκευή μονόλιθων γιγαντιαίων κίονων, οι οποίοι κοσμούσαν ναούς της αρχαιότητας. Ακόμα και σήμερα, μπορεί κάποιος να θαυμάσει τους καρυστινούς κίονες στη βιβλιοθήκη του Ανδριανού, στο Μοναστηράκι Αθήνας. Ο Στράβων, ο αρχαίος γεωγράφος και ιστορικός, αναφέρεται στους περίφημους "καρυστινούς κίονες" ενώ η μεγάλη ανάπτυξη των ορυχείων ήταν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιούλιου Καίσαρα και του Αύγουστου. Ο λόγος που εγκαταλείφθηκαν οι κίονες εδώ, δεν μας είναι γνωστός. Το πιο πιθανό είναι ότι τον 3ο αιώνα μ.Χ. υπήρξε στρατιωτικός συναγερμός, πιθανόν λόγω της πτώσης της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, με αποτέλεσμα να φύγει η ρωμαϊκή φρουρά και να σταματήσει η λειτουργία των λατομείων.
 
Σήμερα μπορεί κανείς να θαυμάσει ημιτελείς κίονες, ο μεγαλύτερος 12 μέτρα, καθώς και τα αυλάκια από όπου αποκόπηκαν αυτά τα γιγάντια μονολιθικά αριστουργήματα. Η τοποθεσία όπου βρίσκονται είναι μοναδική, με καταπληκτική θέα στον κόλπο και την πόλη της Καρύστου.
 
 

 

 
Κοκκινόκαστρο
Αξιοθέατα Κάρυστος
 
 
Το κάστρο Καστέλο Ρόσσο ή Κοκκινόκαστρο της Καρύστου δεσπόζει στους πρόποδες της Όχης. Βρίσκεται μόλις τέσσερα χιλιόμετρα από την Κάρυστο μεταξύ των χωριών Γραμπιά και Μύλοι.
 
Βρίσκεται επάνω σε ένα κωνικό ύψωμα, κάπως μακριά από τη θάλασσα και τους πειρατικούς κινδύνους και δεσπόζει σε όλη την πεδιάδα που απλώνεται από κάτω μέχρι την παραλία
 
Το Όνομα του Κάστρου
Το κάστρο ονομαζόταν από τους Λατίνους «Castel Rosso» , ενώ οι Έλληνες διατήρησαν την ονομασία σαν «Κοκκινόκαστρο». Το όνομα οφείλεται στις κόκκινες πέτρες με τις οποίες έχει κτιστεί - από τα σχιστολιθικά πετρώματα της περιοχής - που του δίνουν μια κοκκινωπή απόχρωση.
 
Ιστορία
Το κάστρο κτίστηκε από τους Λομβαρδούς, αλλά καθ' όλη τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας το διεκδίκησαν Βυζαντινοί, Φράγκοι, Βενετοί, οι οποίοι τελικά και παρέμειναν ως κύριοι του μέχρι την κατάληψη της Εύβοιας από τους Τούρκους.
 
Το πρώτο φρούριο στο λόφο του σημερινού κάστρου χτίστηκε από τους Βυζαντινούς το 1030. Το μεσαιωνικό Καστέλλο Ρόσσο κτίστηκε πάνω στις βυζαντινές βάσεις κατά μια εκδοχή μεταξύ 1209 - 1216 από το Βερονέζο (δηλ. Λομβαρδό) βαρόνο Ραβανό Δαλεκάρτσερι (Ravano dalle Carceri, ή Ραβάνο Ντάλλε Καρτσέρι) τον άρχοντα του τριτημορίου της νότιας Εύβοιας, ενός από τα τρία φέουδα του Ενετικού Βασιλείου του Νεγρεπόντε.
 
Γύρω απ' το Καστέλο Ρόσσο δημιουργήθηκε μια πόλη, αφού οι κάτοικοι της Καρύστου έκτιζαν τα σπίτια τους κοντά στο κάστρο, για λόγους ασφάλειας.
 
Δεκαετίες αργότερα, οι Βυζαντινοί επέστρεψαν στο νησί. Ο περιβόητος ιππότης Λικάριος, στην υπηρεσία του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, οδήγησε ένα Βυζαντινό στράτευμα κάτω από τα τείχη της Καρύστου, και μετά από τη στενή πολιορκία το εκπόρθησε το 1276 και εγκατέστησε εκεί βυζαντινή φρουρά. Όμως η Κάρυστος δεν έμεινε για πολύ στα χέρια των Βυζαντινών. Το 1295 ο Βονιφάτιος ντα Βερόνα, ευνοούμενος του Δούκα της Αθήνας, εγγονός του Γουλιέλμου του Α' κατ' όνομα βασιλιά της Θεσσαλονίκης, θεωρώντας ότι η Κάρυστος αποτελούσε φέουδο της συζύγου του Agnes De Cicon, μετά από πολιορκία εκδίωξε τη βυζαντινή φρουρά και κατέλαβε το φρούριο, το οποίο κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Σημειωτέον ότι από τότε οι Βυζαντινοί δεν επέστρεψαν ποτέ πια στην Εύβοια.
 
Μετά το θάνατο του Βονιφάτιου το 1318, η Κάρυστος και το κάστρο των Αρμένων, στα Στύρα, ένα άλλο σπουδαίο κάστρο της Εύβοιας, περιήλθαν στην εξουσία του Καταλάνου πρίγκιπα Αλφόνσο Φαδρίγου ντ' Αραγκόν, συζύγου της κόρης του Βονιφάτιου, Μαρούλας.
 
Όλο αυτό το χρονικό διάστημα οι Βενετοί δεν έπαψαν να ενδιαφέρονται για το λιμάνι της Καρύστου, το οποίο θεωρούσαν χρήσιμο για το θαλάσσιο εμπόριό τους. Για το λόγο αυτό ζητούσαν επίμονα από το Φαδρίγο να τους πουλήσει την Κάρυστο. Τελικά πέτυχαν το σκοπό τους και στα 1359 κατάφεραν να αγοράσουν τη βαρονία της Καρύστου από το γιο του Βονιφάτιο ντ' Αραγκόν, αντί του ποσού των 6.000 δουκάτων, πριν προφτάσουν να γίνουν κύριοι της Καρύστου, οι Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου, οι οποίοι επίσης εποφθαλμιούσαν το επίμαχο αυτό σημείο.
 
Εκείνη την εποχή, λέγεται, ότι το κάστρο της Καρύστου ήταν τόσο καλά οχυρωμένο και τόσο ισχυρό, ώστε 30 μόνο πολεμιστές ήταν αρκετοί να το υπερασπιστούν αποτελεσματικά.
 
Κάτω από την εξουσία των Ενετών όμως η Κάρυστος παρήκμασε. Οι περισσότεροι κάτοικοι προτίμησαν να μεταναστεύσουν στο γειτονικό Δουκάτο των Αθηνών. Η πληθυσμιακή παρακμή έφερε και την οικονομική παρακμή. Αυτή η κατάπτωση οδήγησε τους Βενετούς πρώτα στην εκμίσθωσή της, στην ιταλική οικογένεια Ιουστινιάνι το 1386 και κατόπιν το 1406 στην παραχώρηση της βαρονίας στο Nicolo Zorzi.
 
Η Κάρυστος ποτέ δεν ξαναβρήκε την παλιά της αίγλη και τελικά το καλοκαίρι του 1470, μετά την κατάληψη της Χαλκίδας από τους Τούρκους, ύστερα από έναν αιώνα απόλυτης κυριαρχίας εγκαταλείφθηκε σιωπηρά και άδοξα από τους Βενετούς και από τους Zorzi, αφήνοντας τους κατοίκους στο έλεος των Τούρκων.
 
Μετά την αποχώρηση των Βενετών, την Κάρυστο κατέλαβαν οι Τούρκοι του Κοτζά Μαχμούτ πασά, οι οποίοι την ονόμασαν Κιζίλ Χισάρ. Οι Έλληνες συνέχισαν να κατοικούν γύρω από το Καστέλο Ρόσσο και να διατηρούν ακόμη και μικρές εκκλησίες εκεί, μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα, όταν διώχτηκαν, εξαιτίας της συμμετοχής τους με το μέρος των Βενετών στο ενετοτουρκικό πόλεμο που ξέσπασε το 1684.
 
Τον 19ο αιώνα, από τις αρχές του απελευθερωτικού αγώνα, οι Έλληνες έβαλαν στόχο την κατάληψη του κάστρου. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Νικόλαος Κριεζώτης γνωστός ως «λιοντάρι της Εύβοιας» και ο Γάλλος φιλέλληνας Φαβιέρος το πολιόρκησαν δίχως αποτέλεσμα και με οδυνηρές απώλειες. Αυτά μέχρι το 1826. Έκτοτε δεν έγινε άλλη προσπάθεια. Το κάστρο άνοιξε τις πόρτες του στους Έλληνες μετά την απελευθέρωση και την αποχώρηση των Τούρκων, το Μάρτιο του 1833.
 
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Στο εσωτερικό του τειχισμένου περιβόλου, υψώνονται εντυπωσιακά τα ψηλά τείχη και οι επάλξεις που προστάτευαν το δεύτερο εσωτερικό κάστρο, όπου οι αμυνόμενοι μπορούσαν να καταφύγουν σε έσχατη ανάγκη και απ' όπου μπορούσαν να ελέγχουν ακόμη καλύτερα την κύρια πύλη του φρουρίου και ολόκληρο τον περίβολο των εξωτερικών τειχών. 
 
Εκεί κοντά στην κύρια πύλη, όπου υπήρχε μεγάλη υπαίθρια αυλή, την εποχή της τουρκοκρατίας είχαν κτιστεί μερικά σπίτια, περίπου είκοσι, για να στεγάζουν τους άντρες της φρουράς του κάστρου και τις οικογένειες τους. 
 
Προς τα ανατολικά, περνώντας από σωρούς από λίθους που κάποτε αποτελούσαν τα δομικά υλικά με τα οποία ήταν κατασκευασμένα τα ποικίλα κτίρια του κάστρου, βλέπουμε τα εξωτερικά τείχη όπου αυτά ισχυροποιούνται μ' ένα πολυγωνικό πύργο μ' επάλξεις σχήματος "Μ". Η αρχιτεκτονική του μορφή όμως μαρτυρά, ότι είναι ένας πύργος κατασκευασμένος για αμυντικούς σκοπούς. Ήταν διώροφος με δώμα οπλισμένο με επάλξεις. Σήμερα, τα δάπεδα μεταξύ των αιθουσών των ορόφων έχουν βυθιστεί και δεν υπάρχουν πια. Μόνο τα ίχνη τους έχουν παραμείνει, στην τοιχοποιία του πύργου. 
 
Δυτικά της κύριας πύλης υψώνονται τα ερείπια του πλέον επιβλητικού κτιρίου του κάστρου. Πρόκειται για τις λιθόκτιστες πλευρικές τοιχοποιίες ενός άλλοτε μεγαλοπρεπούς διώροφου τουλάχιστον, παραλληλόγραμμου κτιρίου. Το κτίριο αυτό, την εποχή της φραγκοκρατίας πρέπει να αποτελούσε την κατοικία του κυρίου του κάστρου και να περιλάμβανε τη μεγάλη αίθουσα των τελετών του κάστρου. Το γεγονός αυτό γίνεται αντιληπτό αν από τα μεγάλα τοξωτά ανοίγματα στο ψηλότερο τμήμα της τοιχοποιίας, όπου άλλοτε ήταν ο δεύτερος όροφος του κτιρίου. Τα ανοίγματα αυτά μαρτυρούν μία διάθεση άνετης διαβίωσης και άπλετου φυσικού φωτισμού στο εσωτερικό του κτιρίου, αντί των μικρών στενόμακρων παραθύρων - πολεμίστρων που συχνά συναντώνται στα προορισμένα για άμυνα στρατιωτικά κτίρια του μεσαίωνα. 
 
Τα νοτιοδυτικά τείχη του κάστρου καταλήγουν σ' ένα ισχυρό τετράγωνο προμαχώνα, με εμφανείς εξωτερικά διακοσμητικές ταινίες ισοδομικής τοιχοποιίας, οι οποίες αποτελούνται από παραλληλόγραμμους μαρμάρινους ογκόλιθους, προερχόμενους προφανώς από τα ερείπια κάποιου παλιότερου σημαντικού κτιρίου της περιοχής. Τετράγωνα ανοίγματα στο ανώτερο τμήμα της πλευρικής τοιχοποιίας του προμαχώνα, μαρτυρούν ότι εκεί υπήρχε αίθουσα της φρουράς απ' όπου ελεγχόταν όλη η νοτιοδυτική πλευρά του κάστρου. 
 
Ο προμαχώνας διέθετε παλιότερα λιθόστρωτο δώμα, όπου υπήρχε τοποθετημένο ένα ορειχάλκινο πυροβόλο τεράστιων διαστάσεων, μήκους 18 ποδών, εγκατεστημένο εκεί από την εποχή της Ενετοκρατίας, για να κρατάει μακριά από το κάστρο όποιον το επιβουλευόταν. Οι κάτοικοι της Καρύστου, με μία σκωπτική διάθεση το είχαν ονομάσει "λωλή λουμπάρδα". Την εποχή της τουρκοκρατίας, οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν μόνο μία φορά τη "λωλή λουμπάρδα". Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν τόση η δόνηση την οποία αυτή δημιούργησε με την εκπυρσοκρότηση και τόσο δυνατός ο κρότος, λες και ξαφνικά ο Ήφαιστος κτύπησε το βαρύ σφυρί του πάνω στο αμόνι, ώστε παραλίγο να γκρεμιζόταν ο ίδιος ο προμαχώνας πάνω στον οποίο την είχαν τοποθετήσει. Από τότε οι Τούρκοι δεν τόλμησαν να ξαναχρησιμοποιήσουν το τεράστιο αυτό πυροβόλο, το οποίο ασφαλώς θα τελείωσε άδοξα την ιστορία του μέσα στον πυρωμένο φούρνο κάποιου χυτηρίου. 
 
Από τον προμαχώνα της «λωλής λουμπάρδας» ξεκινούν τα εντυπωσιακού ύψους δυτικά τείχη του κάστρου κτισμένα και αυτά με ακατέργαστους ογκόλιθους. Η κατάσταση τους σήμερα δεν είναι καλή, αφού οι επάλξεις τους και όλες οι αμυντικές κατασκευές τους έχουν καταρρεύσει. Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στα βόρεια τείχη του κάστρου. 
 
Τα τείχη στην πλευρά αυτή ισχυροποιούνται από ένα επιβλητικό κυλινδρικό πύργο, ο οποίος προβάλλει δυναμικά απ' αυτά και τα προστατεύει. Ο πύργος χρονολογείται από την εποχή του Μεσαίωνα και διατήρησε πεισματικά μέσα στους αιώνες το ιταλικό του όνομα "Ρόκκα". Κοντά στον πύργο αυτό διατηρείται ακόμη η τοξωτή δεύτερη πύλη του κάστρου, η οποία βλέπει προς τις "καμάρες" του υδραγωγείου του. Η πύλη αυτή ήταν εξαιρετικά χρήσιμη σε περίπτωση πολιορκίας, διότι μέσω αυτής οι πολιορκημένοι μπορούσαν να επικοινωνούν με τον έξω κόσμο με αγγελιοφόρους. 
 
Τα τείχη σ' αυτή τη βόρεια πλευρά του κάστρου, η οποία αποτελεί το ψηλότερο και πλέον δύσβατο τμήμα του υψώματος χρονολογούνται από το Μεσαίωνα και δεν έχουν ιδιαίτερα μεγάλο πάχος. Ένα κάθετο ρήγμα στην τοιχοποιία τους επιτρέπει στον επισκέπτη να διαπιστώσει ότι έχουν πάχος περίπου 1,20 μ. 
 
Εκεί, στη βόρεια πλευρά του κάστρου, βρίσκεται το εσωτερικό φρούριο του αμυντικού συστήματος του κάστρου της Καρύστου, το οποίο περικλείεται από τα βόρεια εξωτερικά τείχη και ένα εσωτερικό παραπέτασμα τειχών. Το εσωτερικό φρούριο αποτελούσε την ακρόπολη της Καρύστου, τελευταίο οχυρό άμυνας σε περίπτωση που το κυρίως κάστρο έπεφτε στα χέρια των επιδρομέων. Μέσα σ' αυτό υπάρχει σήμερα εκκλησία αφιερωμένη στον προφήτη Ηλία. Κάτω από το στρωμένο με μαρμαρόπλακες δάπεδο της εκκλησίας, κρύβεται η μεγάλη δεξαμενή του φρουρίου, απ' όπου σε περίπτωση πολιορκίας, οι πολιορκημένοι θα μπορούσαν να υδρεύονται.
 
 

 

 
Φαράγγι Δημοσάρη
Αξιοθέατα Κάρυστος
 
 
Στο φαράγγι του Δημοσάρη είναι ιδιαίτερα αισθητή η διαχρονική παρουσία ενός ήπιου παραδοσιακού αγροκτηνοτροφικού πολιτισμού και η αρμονική του σχέσει με την φύση. 
 
Μπορεί να χωριστεί σε δύο τμήματα, πάνω και κάτω από το χωριό των Λαινοσαίων. 
 
Το φαράγγι πάνω από τους Λαινοσαίους είναι απότομο και άγριο. Από το χωριό των Λιανοσαίων ως την θάλασσα γίνεται μια στενή κοιλάδα. 
Στην ανατολική πλευρά του ρέματος υπάρχουν διάσπαρτοι οι μικροί συνοικισμοί του Καλλιανού. 
 
Το μονοπάτι του φαραγγιού αποτελούσε έναν από τους κυριότερους διαδρόμους επικοινωνίας της νότιας Εύβοιας. Συνέδεε επίσης την περιοχή του Καβοντόρου με την Κάρυστο. 
 
Στις μέρες μας το φαράγγι του Δημοσάρη εξακολουθεί να είναι ζωντανό πέρασμα για τους κτηνοτρόφους και τους συνεχώς περισσότερους πεζοπόρους. 
 
Η πιο ελκυστική και λιγότερο κουραστική διαδρομή έχει αφετηρία το διάσελο Πετροκάναλο (954μ υψόμετρο). 
 
Καταλήγει στην παραλία του Καλλιανού μετά από 10 περίπου χιλιόμετρα κατάβασης. Το μονοπάτι είναι βατό και σημασμένο και ένα μεγάλο τμήμα του είναι κάτω από την σκιά των πλατανιών. 
 
Οι εικόνες είναι μαγευτικές με τρεχούμενα νερά και μεγάλη ποικιλία βλάστησης, με δενδρώδη πουρνάρια και μελεούς καθώς και αριές, πλατάνια, δρυς, ρείκια, οστριές και αγριελιά. 
 
Το φαράγγι του Δημοσάρη προσφέρεται για τον κάθε φυσιολάτρη αλλά και για αυτόν με εξειδικευμένα ενδιαφέροντα. 
 
Δεκάδες πηγές, καταρράχτες, πανάρχαια παραποτάμια δάση, άγρια ζωή, εναλλάσσονται διαρκώς δίνοντας κάθε φορά καινούργιες παραστάσεις στον περιπατητή. 
Είναι σίγουρα μια πεζοπορία που πρέπει να πραγματοποιήσετε.
 
Πληροφορίες για οργανωμένες εκδρομές στο φαράγγι του Δημοσάρη, μπορείτε να πάρετε και από το περίπτερο του Τουριστικού Συνδέσμου στο κέντρο του λιμανιού. 
 
 

 

 
Μπούρτζι
Αξιοθέατα Κάρυστος
 
 
Το Μπούρτζι (burg-βούργος) είναι ο πύργος που στολίζει την ανατολική πλευρά του λιμανιού της Καρύστου. Κτίστηκε την εποχή της βενετικής κυριαρχίας (1366-1470) για τη φύλαξη του λιμανιού.
 
Στο κάτω τμήμα του παρατηρούνται τετράγωνοι δόμοι από αρχαιότερα κτίρια και στη βόρεια πρόσοψή του, δεξιά από το τοξωτό θύρωμα, είναι εντοιχισμένη ανάγλυφη πλάκα των ρωμαϊκών χρόνων που παριστάνει ανδρική μορφή.
 
Τα τείχη φέρουν πολεμίστρες και στέφονται με επάλξεις. Ανατολικά και βόρεια υπάρχουν καταχύστρες απ' όπου οι αμυνόμενοι έριχναν ζεματιστό λάδι ή πίσσα. Στο εσωτερικό, κατά μήκος των τειχών σχηματίζεται δεύτερος όροφος.
 
Η συνεχής χρήση του οχυρού επέτρεψε την καλή διατήρησή του και στις μέρες μας χρησιμοποιείται ως θερινός χώρος εκθέσεων και εκδηλώσεων.
 
 

 

 
Σπήλαιο Αγ. Τριάδας
Αξιοθέατα Κάρυστος
 
 
Το Δρακόσπιτο. Το "σπίτι του δράκου" βρίσκετε κρυμμένο μόλις κάτω από την ψηλότερη κορφή της Όχης, σε υψόμετρο 1398 μέτρα. 
 
Η άριστη κατάσταση που έχει διατηρηθεί, η πρωτοτυπία της μορφής του, η ακρίβεια της κατασκευής του, οι τεράστιες πέτρες που έχουν τοποθετηθεί με τόση ακρίβεια μεταξύ τους, καθώς και η επίλυση σοβαρών στατικών προβλημάτων όπως αυτό της εκφορικής κατασκευής της στέγης του, σε κάνουν να φαντάζεσαι ότι χτίστηκε από υπερανθρώπους. 
 
Δυσπρόσιτο και απόμακρο είναι σε πλήρη αρμονία με την πέτρινη έρημο που το περιβάλλει. Με το πέρασμα του χρόνου η λιθόχτιστη κατασκευή στολίστηκε με λειχήνες και έγινε ένα με την φύση. 
 
Ένα πέπλο μυστηρίου τυλίγει το δρακόσπιτο της Όχης. Τα ευρήματα του καθηγητή Νίκου Μουτσόπουλου (κυπελλόμορφα αγγεία και φλυτζάνια) χρονολογούνται στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 3ου π.χ αιώνα, και δείχνουν να ισχύει η άποψη ότι ήταν ναός και τόπος λατρείας. Δεν έχει όμως εξακριβωθεί το είδος λατρείας, η ακριβής χρονολογία κατασκευής του, και φυσικά το μεγάλο ερώτημα, ποιοι ήταν οι δημιουργοί του. 
 
Για να πάμε στο Δρακόσπιτο ακολουθούμε μια διαδρομή μίας ώρας με το αυτοκίνητο και άλλης μίας ώρας πεζοπορία, παίρνοντας τον δρόμο από Κάρυστο προς Καβοντόρο. Μετά από 7 χιλιόμετρα συναντάμε το Μετόχι. Ένα μικρό χωριό στους πρόποδες του Όρους Όχη. Συνεχίζουμε την ανάβαση για 5χιλιόμετρα ακόμα και μόλις φτάσουμε στο πρώτο ύψωμα βγαίνουμε από τον κεντρικό δρόμο στρίβοντας αριστερά. Από εκεί αρχίζουμε την ανάβαση προς την κορφή της Όχης.
 
Η θέα είναι καταπληκτική σε όλη την διάρκεια της διαδρομής, η οποία σταματάει σε ένα μεγάλο πλάτωμα 500 μέτρα από το καταφύγιο. Εκεί θα αφήσουμε το αυτοκίνητο και θα αρχίσει η πεζοπορία μέσα από ένα μονοπάτι με μικρά σημάδια. 
Το πρώτο κτίσμα που συναντάμε είναι στο τέλος περίπου της πεζοπορίας, η εκκλησία του προφήτη Ηλία και λίγα μέτρα πιο πέρα η έκπληξη είναι μοναδική την στιγμή που αντικρίζεις το Δρακόσπιτο.